Το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα που τελείωσα χτες το βράδυ είναι αυτό ακριβώς που δηλώνει: Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ' ένα γλάρο να πετάει. Τις προάλλες που έκανα βόλτα στην Αθήνα με τη Σταυρούλα στο μάρσιπο, το βρήκαμε στα Public, στο τμήμα με τα βιβλία για μεγάλους, στη βιβλιοθήκη που "οπωσδήποτε πρέπει να διαβάσετε". Σούφρωσα λίγο τα φρύδια. Δεν είχαμε πολύ χρόνο, είχαμε μπει απλώς για να ρίξουμε μια ματιά. Το αγόρασα κάπως βιαστικά, παρορμητικά, δεν άγγιξα κανένα άλλο. Το διάλεξα αυθόρμητα γιατί ξεχώριζε απ' τα υπόλοιπα, με τον απίθανο τίτλο του γεμάτο από περιγραφική ειλικρίνεια.
Δεν υποσχόταν πολλά, δήλωνε πως ήταν παραμύθι. Αμφέβαλλα λίγο στην αρχή, πίστευα πως θα κρύβει κάποια παγίδα, στριφνό γράψιμο, μεγαλίστικες φιλοσοφίες μεταμφιεσμένες. Τελικά, ήταν παραμύθι. Ένα παραμύθι για ένα γάτο που ήταν "μαύρος και πελώριος και χοντρός" και για το γλαρόνι που υιοθέτησε. Αφού πρώτα το κλώσσησε. Αφού πρώτα υποσχέθηκε στη μαμά του, τη γλαρίνα που πέθαινε στο μπαλκόνι του με τα φτερά της κολλημένα από την πίσσα μιας πετρελαιοκηλίδας, ότι θα το προστατέψει και θα το μάθει να πετάει.
Ναι ναι, καλά μαντέψατε, η "ιστορία του γλάρου" δεν είναι βιβλίο που σε κάνει ν' ανατριχιάζεις. Δεν έχει συγκλονιστικές ανατροπές, ένταση και σασπένς. Ψάχνω κι εγώ να βρω γιατί με τράβηξε, γιατί το αγαπώ. Σκέφτομαι χωρίς ειρμό, όπως πάντα, όμως κάπου πάω να καταλήξω.
Θ' αρχίσω απ' το μικρότερο καλό: Την απουσία του κακού. Τίποτα, μα τίποτα, δε με χάλασε σ' αυτό το όμορφο βιβλίο. Χωρίς στριφνό γράψιμο, όπως έλεγα παραπάνω: Η ιστορία είναι γραμμένη απλά, ανάλαφρα, με ύφος γρήγορο και κουβεντιαστό, κι αυτό είναι κομπλιμέντο. Νομίζω πως το βιβλίο θα είχε θέση και στα παιδικά ράφια εξίσου, όχι πως δεν είναι για μεγάλους. Κι αυτό είναι κομπλιμέντο. Χωρίς μεγαλίστικες φιλοσοφίες μεταμφιεσμένες: Το παραμύθι είναι μικρό, τρυφερό και αισιόδοξο. Όχι όμως χωρίς φιλοσοφία ολωσδιόλου, όχι χωρίς προβληματισμό. Απλώς χωρίς διδακτισμό, χωρίς κήρυγμα και χωρίς υποκρισία. Το βιβλίο είναι διάφανο. Αθώο.
Και κάπως έτσι περάσαμε σ' αυτό που πραγματικά με τράβηξε στο βιβλίο.
Θα πω ό,τι μου έμεινε εμένα, όπως πάντα. Θα τα γράψω όπως έρχονται.
Είναι γλυκό, είναι αστείο.
Έχει ωραίους χαρακτήρες.
Έχει καθαρή ουσία, εγείρει σκέψεις αλλά δεν τις επιβάλλει. Σε αφήνει ελεύθερο.
Σκέψεις, σκέψεις...
Ένα δείγμα.
Να, η μόλυνση του περιβάλλοντος στηλιτεύεται, αλλά έμμεσα, διακριτικά, μέσα απ' τα μάτια των αθώων. Κι όλα αυτά που αξίζουν στη ζωή μπαίνουν σε πρώτο πλάνο: η οικογένεια, η φιλία, η εμπιστοσύνη, η αφοσίωση. Ένας γάτος να μη φάει ένα γλαρόνι; Να ψάχνει τρόπο να το μάθει να πετάει; Ένα γλαρόνι να θέλει να γίνει γάτος; Η αγάπη φυτρώνει στα πιο απίθανα μέρη.
Η ανιδιοτέλεια δεν είναι προνόμιο των ηρώων. Οι κεραμιδόγατοι έχουν κώδικα τιμής, ειλικρίνεια κι ευαισθησία (άσε που και σαν χαρακτήρες είναι υπέροχοι, καθώς περιφέρονται σαν σωματοφύλακες στον "υπόκοσμο" του λιμανιού). Η ανιδιοτέλεια δημιουργεί τους ήρωες.
Κι έπειτα, η διαφορετικότητα. Πάνω απ' όλα, πέρα απ' όλα, η αποδοχή, η κατανόηση. Η βελούδινη γατίσια γλωσσίτσα που γλείφει το κεφάλι ενός γλάρου, η φτερούγα που αγκαλιάζει τη γούνα. Το να απλώσει κανείς το χέρι πέρα απ' το αόρατο φράγμα. Σ' έναν κόσμο που κλείνει γύρω μας όλο και πιο σφιχτά, το άνοιγμα στον Άλλο. Έτσι απλά. Χωρίς πολλά πολλά. Όχι γιατί είναι κουλ ή γενναίο, αλλά γιατί είναι τόσο μα τόσο φυσικό.
Ο γάτος είναι μαύρος. Πάει καιρός που ο Τριβιζάς απενοχοποίησε τις μαύρες γάτες (θα γράψω γι' αυτό άλλη φορά), κι ένα βιβλίο σαν αυτό έτσι κι αλλιώς θα πήγαινε κόντρα σε κάθε είδους προκατάληψη.
Το γλαρόνι είναι άσπρο.
Ο γάτος είναι αρσενικός. Κλωσσάει αλλά και διώχνει τους τραμπούκους, ταΐζει αλλά και γίνεται θηρίο, και τα βάζει με ένα πλήθος ποντικών για να προστατέψει το μικρό.
Το γλαρόνι τον φωνάζει "μαμά".
Η φροντίδα δημιουργεί την οικογένεια.
Για να μάθει το γλαρόνι να πετάει, δεν αρκεί η εφευρετικότητα ούτε η εξυπνάδα των γάτων. Έτσι αποφασίζουν να διαλέξουν έναν άνθρωπο να τους βοηθήσει, παρόλο που είναι ταμπού να μιλήσουν σε άνθρωπο. Σπάνε το ταμπού για χάρη της Καλότυχης (έτσι ονόμασαν τη γλαροπούλα) και διαλέγουν έναν ποιητή. Απ' όλους τους ανθρώπους, αυτός πιστεύουν τα ζώα πως μπορεί να ξέρει κάτι από πέταγμα. Και ξέρει. Πράγματι ξέρει.
Ο γλάρος έχει την ελευθερία στο αίμα του, στα μάτια του που λαχταρούν τη βροχή. Ο γάτος είναι οικογένειά του, μα κάνει ό,τι μπορεί για να τον βοηθήσει να πετάξει. Δεν υπάρχει ζήλια, ούτε κτητικότητα, ούτε υποψία μικροπρέπειας στη σχέση αυτή. "Τώρα θα πετάξεις", λέει ο γάτος στην Καλότυχη, ξανά και ξανά, χαρούμενος που βοήθησε κι αυτός, χωρίς ίχνος υποκρισίας, γεμάτος αγάπη γι' αυτό το πλάσμα που δεν ανήκει στο είδος του και που τον αγαπά εξίσου.
Κι η ιστορία τελειώνει αλλά μένει μετέωρη, μαζί με το γλάρο που πετάει στη βροχή. Τελειώνει πριν ακόμα η γλαροπούλα προσγειωθεί, πριν μάθουμε αν έφυγε, αν έμεινε, αν ξαναγύρισε, αν ξαναείδαν ο ένας τον άλλο. Στη στιγμή της πτήσης, της συγκίνησης και της χαράς και του ενθουσιασμού και των δακρύων και της ανακούφισης και της δικαίωσης. Τελειώνει και χαμογελάω, και ποιός θέλει ανατροπές και σασπένς όταν ένα παραμύθι πετυχαίνει κάτι τέτοιο;
"Πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει", λέει ο γάτος που ήταν μαύρος και πελώριος και χοντρός, ο γάτος που μένει στο έδαφος όμως καμαρώνει το γλαρόνι του που τα κατάφερε, κι εγώ εντελώς ξαφνικά θυμήθηκα αυτό το τραγούδι των U2, άσχετο θα μου πείτε, όμως όχι παντελώς άσχετο:
We're one
Δεν υποσχόταν πολλά, δήλωνε πως ήταν παραμύθι. Αμφέβαλλα λίγο στην αρχή, πίστευα πως θα κρύβει κάποια παγίδα, στριφνό γράψιμο, μεγαλίστικες φιλοσοφίες μεταμφιεσμένες. Τελικά, ήταν παραμύθι. Ένα παραμύθι για ένα γάτο που ήταν "μαύρος και πελώριος και χοντρός" και για το γλαρόνι που υιοθέτησε. Αφού πρώτα το κλώσσησε. Αφού πρώτα υποσχέθηκε στη μαμά του, τη γλαρίνα που πέθαινε στο μπαλκόνι του με τα φτερά της κολλημένα από την πίσσα μιας πετρελαιοκηλίδας, ότι θα το προστατέψει και θα το μάθει να πετάει.
Ναι ναι, καλά μαντέψατε, η "ιστορία του γλάρου" δεν είναι βιβλίο που σε κάνει ν' ανατριχιάζεις. Δεν έχει συγκλονιστικές ανατροπές, ένταση και σασπένς. Ψάχνω κι εγώ να βρω γιατί με τράβηξε, γιατί το αγαπώ. Σκέφτομαι χωρίς ειρμό, όπως πάντα, όμως κάπου πάω να καταλήξω.
Θ' αρχίσω απ' το μικρότερο καλό: Την απουσία του κακού. Τίποτα, μα τίποτα, δε με χάλασε σ' αυτό το όμορφο βιβλίο. Χωρίς στριφνό γράψιμο, όπως έλεγα παραπάνω: Η ιστορία είναι γραμμένη απλά, ανάλαφρα, με ύφος γρήγορο και κουβεντιαστό, κι αυτό είναι κομπλιμέντο. Νομίζω πως το βιβλίο θα είχε θέση και στα παιδικά ράφια εξίσου, όχι πως δεν είναι για μεγάλους. Κι αυτό είναι κομπλιμέντο. Χωρίς μεγαλίστικες φιλοσοφίες μεταμφιεσμένες: Το παραμύθι είναι μικρό, τρυφερό και αισιόδοξο. Όχι όμως χωρίς φιλοσοφία ολωσδιόλου, όχι χωρίς προβληματισμό. Απλώς χωρίς διδακτισμό, χωρίς κήρυγμα και χωρίς υποκρισία. Το βιβλίο είναι διάφανο. Αθώο.
Και κάπως έτσι περάσαμε σ' αυτό που πραγματικά με τράβηξε στο βιβλίο.
Θα πω ό,τι μου έμεινε εμένα, όπως πάντα. Θα τα γράψω όπως έρχονται.
Είναι γλυκό, είναι αστείο.
Έχει ωραίους χαρακτήρες.
Έχει καθαρή ουσία, εγείρει σκέψεις αλλά δεν τις επιβάλλει. Σε αφήνει ελεύθερο.
Σκέψεις, σκέψεις...
Ένα δείγμα.
Να, η μόλυνση του περιβάλλοντος στηλιτεύεται, αλλά έμμεσα, διακριτικά, μέσα απ' τα μάτια των αθώων. Κι όλα αυτά που αξίζουν στη ζωή μπαίνουν σε πρώτο πλάνο: η οικογένεια, η φιλία, η εμπιστοσύνη, η αφοσίωση. Ένας γάτος να μη φάει ένα γλαρόνι; Να ψάχνει τρόπο να το μάθει να πετάει; Ένα γλαρόνι να θέλει να γίνει γάτος; Η αγάπη φυτρώνει στα πιο απίθανα μέρη.
Η ανιδιοτέλεια δεν είναι προνόμιο των ηρώων. Οι κεραμιδόγατοι έχουν κώδικα τιμής, ειλικρίνεια κι ευαισθησία (άσε που και σαν χαρακτήρες είναι υπέροχοι, καθώς περιφέρονται σαν σωματοφύλακες στον "υπόκοσμο" του λιμανιού). Η ανιδιοτέλεια δημιουργεί τους ήρωες.
Κι έπειτα, η διαφορετικότητα. Πάνω απ' όλα, πέρα απ' όλα, η αποδοχή, η κατανόηση. Η βελούδινη γατίσια γλωσσίτσα που γλείφει το κεφάλι ενός γλάρου, η φτερούγα που αγκαλιάζει τη γούνα. Το να απλώσει κανείς το χέρι πέρα απ' το αόρατο φράγμα. Σ' έναν κόσμο που κλείνει γύρω μας όλο και πιο σφιχτά, το άνοιγμα στον Άλλο. Έτσι απλά. Χωρίς πολλά πολλά. Όχι γιατί είναι κουλ ή γενναίο, αλλά γιατί είναι τόσο μα τόσο φυσικό.
Ο γάτος είναι μαύρος. Πάει καιρός που ο Τριβιζάς απενοχοποίησε τις μαύρες γάτες (θα γράψω γι' αυτό άλλη φορά), κι ένα βιβλίο σαν αυτό έτσι κι αλλιώς θα πήγαινε κόντρα σε κάθε είδους προκατάληψη.
Το γλαρόνι είναι άσπρο.
Ο γάτος είναι αρσενικός. Κλωσσάει αλλά και διώχνει τους τραμπούκους, ταΐζει αλλά και γίνεται θηρίο, και τα βάζει με ένα πλήθος ποντικών για να προστατέψει το μικρό.
Το γλαρόνι τον φωνάζει "μαμά".
Η φροντίδα δημιουργεί την οικογένεια.
Και κάτι ακόμα.
Για να μάθει το γλαρόνι να πετάει, δεν αρκεί η εφευρετικότητα ούτε η εξυπνάδα των γάτων. Έτσι αποφασίζουν να διαλέξουν έναν άνθρωπο να τους βοηθήσει, παρόλο που είναι ταμπού να μιλήσουν σε άνθρωπο. Σπάνε το ταμπού για χάρη της Καλότυχης (έτσι ονόμασαν τη γλαροπούλα) και διαλέγουν έναν ποιητή. Απ' όλους τους ανθρώπους, αυτός πιστεύουν τα ζώα πως μπορεί να ξέρει κάτι από πέταγμα. Και ξέρει. Πράγματι ξέρει.
Ο γλάρος έχει την ελευθερία στο αίμα του, στα μάτια του που λαχταρούν τη βροχή. Ο γάτος είναι οικογένειά του, μα κάνει ό,τι μπορεί για να τον βοηθήσει να πετάξει. Δεν υπάρχει ζήλια, ούτε κτητικότητα, ούτε υποψία μικροπρέπειας στη σχέση αυτή. "Τώρα θα πετάξεις", λέει ο γάτος στην Καλότυχη, ξανά και ξανά, χαρούμενος που βοήθησε κι αυτός, χωρίς ίχνος υποκρισίας, γεμάτος αγάπη γι' αυτό το πλάσμα που δεν ανήκει στο είδος του και που τον αγαπά εξίσου.
Κι η ιστορία τελειώνει αλλά μένει μετέωρη, μαζί με το γλάρο που πετάει στη βροχή. Τελειώνει πριν ακόμα η γλαροπούλα προσγειωθεί, πριν μάθουμε αν έφυγε, αν έμεινε, αν ξαναγύρισε, αν ξαναείδαν ο ένας τον άλλο. Στη στιγμή της πτήσης, της συγκίνησης και της χαράς και του ενθουσιασμού και των δακρύων και της ανακούφισης και της δικαίωσης. Τελειώνει και χαμογελάω, και ποιός θέλει ανατροπές και σασπένς όταν ένα παραμύθι πετυχαίνει κάτι τέτοιο;
"Πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει", λέει ο γάτος που ήταν μαύρος και πελώριος και χοντρός, ο γάτος που μένει στο έδαφος όμως καμαρώνει το γλαρόνι του που τα κατάφερε, κι εγώ εντελώς ξαφνικά θυμήθηκα αυτό το τραγούδι των U2, άσχετο θα μου πείτε, όμως όχι παντελώς άσχετο:
We're one
But we're not the same
....
You say
Love is a temple
Love a higher law
....
One love
One blood
One life
You got to do what you should
One life
With each other
Sisters
Brothers
One life
But we're not the same
We get to
Carry each other
Carry each other
Συγγραφέας του βιβλίου είναι ο Χιλιανός Λουίς Σεπούλβεδα, που διώχθηκε και εξορίστηκε από το στρατοκρατικό καθεστώς της χώρας του, έγραψε ποιήματα, θεατρικά έργα, διηγήματα, έζησε στον Αμαζόνιο και στην Ευρώπη, συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα της Νικαράγουας, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, συνδέθηκε με τη Greenpeace και βραβεύτηκε με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά βραβεία. Αρκετά βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις opera.
Υ.Σ. Απ' ό,τι βλέπω τώρα, ο γάτος έχει γίνει και παράσταση για παιδιά και παίζεται στο θέατρο... Είναι απ' τις ιστορίες που ταιριάζουν γάντι για παιδική παράσταση.
Υ.Σ. 2 Κορυφαίος όρκος στο βιβλίο: Μα τα σκατά του χελιού! Ειλικρινά δεν το περίμενα, γελούσα μία ώρα...
....
You say
Love is a temple
Love a higher law
....
One love
One blood
One life
You got to do what you should
One life
With each other
Sisters
Brothers
One life
But we're not the same
We get to
Carry each other
Carry each other
Συγγραφέας του βιβλίου είναι ο Χιλιανός Λουίς Σεπούλβεδα, που διώχθηκε και εξορίστηκε από το στρατοκρατικό καθεστώς της χώρας του, έγραψε ποιήματα, θεατρικά έργα, διηγήματα, έζησε στον Αμαζόνιο και στην Ευρώπη, συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα της Νικαράγουας, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, συνδέθηκε με τη Greenpeace και βραβεύτηκε με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά βραβεία. Αρκετά βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις opera.
Υ.Σ. Απ' ό,τι βλέπω τώρα, ο γάτος έχει γίνει και παράσταση για παιδιά και παίζεται στο θέατρο... Είναι απ' τις ιστορίες που ταιριάζουν γάντι για παιδική παράσταση.
Υ.Σ. 2 Κορυφαίος όρκος στο βιβλίο: Μα τα σκατά του χελιού! Ειλικρινά δεν το περίμενα, γελούσα μία ώρα...