Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Το κέικ

Στην οικογένειά μας μαγειρεύει ο Παναγιώτης. Εγώ δεν μαγειρεύω, παρά μόνο κάτι μακαρόνια και φακές και αυγά βραστά (λέμε τώρα), απλώς για να φάμε και όχι από χόμπι και χωρίς να το ψάχνω και χωρίς να με διασκεδάζει η όλη διαδικασία (που αντιθέτως, μάλλον με αγχώνει). Ειδικά όταν είμαι μόνη με τα κορίτσια και πρέπει να μαγειρέψω (που ισχύει κάθε φορά που μαγειρεύω, γιατί αλλιώς είναι ο Παναγιώτης στο σπίτι, οπότε μαγειρεύει εκείνος), το πράγμα για ευνόητους λόγους δυσκολεύει παραπάνω. Κι αν η Σταυρούλα είναι πρόθυμη (τις περισσότερες φορές) να βοηθήσει, δεν ισχύει το ίδιο με την Ισαβέλλα, που μου τραβάει το μπατζάκι, φωνάζει, με κοιτάζει παρακαλεστά και η υπόθεση καταλήγει... άστα βράστα (κυριολεκτικά). 

Πού θέλω να καταλήξω; Εμ, στο ότι έχω μεν ένα τετράδιο στο οποίο αντιγράφω μια στο τόσο κάτι συνταγές (κυρίως γλυκών) που βρίσκω σε άσχετες πηγές του ίντερνετ (όπως blog βιβλίων) και εκτελώ (μπαμ και κάτω) ακόμα πιο σπάνια (έχω κάνει περίπου τις μισές από μία φορά), με συχνότητα δηλαδή πέντε το χρόνο κατά προσέγγιση (και πολλά λέω), αλλά από βιβλία μαγειρικής... δεν σκαμπάζω. Δεν θα αγόραζα βιβλίο για να διαβάσω συνταγές, πόσο μάλλον τεχνικές, κι όμως σήμερα έχω να σας δείξω ένα βιβλίο μαγειρικής (εντάξει, όχι ακριβώς, αλλά τουλάχιστον κατά το ήμισυ). Όχι μόνο αυτό, αλλά και μια συνταγή του (που εκτελέσαμε -πίου!- με τρομερή επιτυχία). 


Νομίζω πως από τα χιλιάδες βιβλία που έχω αγοράσει στη ζωή μου, μόνο δύο ήταν βιβλία μαγειρικής. Το ένα ήταν δώρο για τον Παναγιώτη και είχε συνταγές βγαλμένες από παραμύθια. Το άλλο, που το αγόρασα πρώτο, πριν δυο-τρια χρόνια, είναι αυτό: Mary Poppins in the Kitchen, της Pamela Travers.
A Cookery Book with a Story.
Εννοείται.


Ξέρετε πώς τρελαίνομαι για τη Μαίρη Πόπινς, ε; Το έγραφα και πριν δύο χρόνια: η σειρά των βιβλίων και η ταινία, παρόλο που είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, είναι απ' τις μεγάλες και διαχρονικές αγάπες μου τόσο στον κόσμο της λογοτεχνίας όσο και του σινεμά.
Θα διάβαζα οτιδήποτε έχει σχέση με τη Μαίρη Πόπινς.
Θα μαγείρευα, αν αυτό κάνει η Μαίρη Πόπινς.
Τέτοια αγάπη.


Εκτός από τα έξι βιβλία με τις ιστορίες της Μαίρης Πόπινς (κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ποταμός, το πέμπτο και το έκτο σε έναν τόμο, και είναι πανέμορφα, με την αυθεντική εικονογράφηση), αγόρασα λοιπόν και το βιβλίο μαγειρικής. Που στο πρώτο μισό του είναι μια όμορφη ιστορία, ντυμένη με μεγάλες πανέμορφες εικόνες από τη Mary Shepard, την εικονογράφο και των υπόλοιπων βιβλίων δηλαδή. Η ιστορία εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της παραμονής της Μαίρης Πόπινς στο σπίτι των Banks, οι γονείς πρέπει να φύγουν για μια βδομάδα, η μαγείρισσα επίσης, η Μαίρη Πόπινς αναλαμβάνει το μαγείρεμα.


Με τη βοήθεια των φίλων της, που είναι γνωστοί χαρακτήρες όπως η κυρία με τα πουλιά, ο Ναύαρχος Μπουμ, η κυρία Κόρυ, ο κύριος Turvy και εμφανίζονται από ένας σε κάθε κεφάλαιο (κάθε κεφάλαιο και μια μέρα της εβδομάδας), η Μαίρη φέρνει σε πέρας την αποστολή τέλεια (practically perfect in every way). 


Τα παιδιά όχι μόνο δεν μένουν νηστικά, αλλά διασκεδάζουν και μαθαίνουν μαζί.


Και όταν οι γονείς επιστρέφουν, τους περιμένει μια όμορφη έκπληξη!


Το δεύτερο μισό του βιβλίου είναι συνταγές. Αληθινές συνταγές, όμως απλές, αφού απευθύνονται σε παιδιά, και στολισμένες εδώ κι εκεί με εικόνες.


Υπάρχουν συνταγές για γλυκά και αλμυρά πιάτα, κάποιες από τις οποίες εμφανίζονται μέσα στην ιστορία.


Πουτίγκες, μπισκότα, πίτες και κέικ κυριαρχούν. Οι γεύσεις είναι περισσότερο βρετανικές. Βρίσκεις όμως και πιο απλά πράγματα, όπως dressing για σαλάτα, ή φρουτοσαλάτα (όταν πριν λίγες μέρες με έπιασε ξαφνικά η όρεξη να κάνω κάτι απ' το βιβλίο, γιατί βρε αδερφέ, το είχα τόσα χρόνια και δεν είχα μαγειρέψει ποτέ τίποτα απ' αυτό, παραλίγο να κάνω κάτι τέτοιο -μετά όμως το σκέφτηκα, αποφάσισα πως θα ήταν τελείως ξεφτίλα και καλύτερα να έκανα ένα κέικ)...



Διάλεξα ένα κέικ, λοιπόν, γιατί μ' αρέσουν τα κέικ, και φαινόταν εύκολο, και είχε την υπέροχα ανοιξιάτικη ονομασία Easter Cake. Και η Μαίρη Πόπινς είναι για μένα άρρηκτα συνδεδεμένη με την άνοιξη. Αφήστε που είναι και επίκαιρο, μέρες που έρχονται...


Το κάναμε χθες το πρωί, η πολύτιμη βοηθός μου Σταυρούλα τα έκανε σχεδόν όλα μόνη της, ενώ εγώ ισορροπούσα στο γοφό μου την Ισαβέλλα, που ήθελε να ζουλήξει τ' αυγά, να βάλει το χεράκι της στο μπολ με τη ζάχαρη και ν' ανοίξει με τα τρία και μοναδικά κάτω δόντια της το μπουκαλάκι με το εκχύλισμα αμυγδάλου.


Εντάξει, θα το κάνω σωστά: σαν καλό κορίτσι, θα σας γράψω και τη συνταγή.

Easter Cake λοιπόν, από τις συνταγές της Mary Poppins
6 μεγάλα αυγά 
1 κούπα ζάχαρη
1/2 κουταλάκι του γλυκού εκχύλισμα αμυγδάλου 
1 κούπα κοσκινισμένο αλεύρι για όλες τις χρήσεις -λέει κοσκινίστε πρώτα και μετά μετρήστε, (εννοείται δεν το κοσκίνισα, σςςς...)
6 κουταλιές της σούπας λιωμένο βούτυρο (πόσο φουσκωτές ο Θεός κι η ψυχή μας)


Προθερμαίνουμε το φούρνο στους 180 βαθμούς. 
Βουτυρώνουμε και αλευρώνουμε τη φόρμα. 
Χτυπάμε τ' αυγά (λέει για 5 λεπτά) μέχρι να γίνουν αέρινα και ανοιχτοκίτρινα. Σταδιακά προσθέτουμε τη ζάχαρη και συνεχίζουμε να χτυπάμε, λέει ότι είναι σκληρή δουλειά και θα πάρει 15-20 λεπτά, αν έχετε μίξερ τόσο το καλύτερο (φυσικά τα βάλαμε στο μίξερ, το να χτυπάω 20 λεπτά τ' αυγά ακούγεται σαν επιστημονική φαντασία)
Προσθέτουμε το εκχύλισμα αμυγδάλου μέχρι τ' αυγά να τριπλασιαστούν σε όγκο. 


Μέχρι εδώ πάει καλά. Τα βάλαμε όλα στο μίξερ και χτυπιόντουσαν, κάναμε και βόλτες γύρω γύρω, περιμέναμε να χτυπηθούν κι άλλο, τέλος πάντων τ' αυγά έγιναν όντως τριπλάσια. Μετά λέει:
Διπλώνουμε το αλεύρι πολύ απαλά και προσεκτικά, και στο τέλος το λιωμένο βούτυρο, πολύ απαλά. 
Βάζουμε το μίγμα προσεκτικά στη φόρμα με κουτάλι και ψήνουμε στη μεσαία σχάρα του φούρνου για 35 λεπτά. 
Και πάνω κάτω αυτό είναι το πασχαλινό κέικ.


Εντάξει, σοβαρά τώρα, ήθελα να τα κάνω όλα σωστά. Μόνο που, ως άσχετη που είμαι, δεν κατάλαβα τι σημαίνει "διπλώνουμε το αλεύρι" και το "απαλά" το παρεξήγησα φαίνεται, γιατί συνέχισα να τα χτυπάω όλα "απαλά" στο μίξερ. Κι αυτός, όπως μου εξήγησε αργότερα ο Παναγιώτης, ήταν ο λόγος που το κέικ δεν φούσκωσε (αφού δεν είχε και baking powder ή άλλη φουσκωτική ουσία). Τ' αυγά θα το φούσκωναν κι εγώ τους έκοψα τη φόρα.
Η αλήθεια είναι πάντως ότι μέσα στο φούρνο είχε φουσκώσει. Όταν το έβγαλα ήταν που έκατσε κι έγινε σαν στραβοπατημένη σαγιονάρα.  

Ευτυχώς το φωτογράφισα πριν έρθει στα χειρότερά του (μετά έκατσε κι άλλο).
Η δεύτερη αλήθεια είναι ότι, παρόλο που βγήκε κάπως στραβοχυμένο (και λιγουλάκι άψητο), ήταν καλούλι. Το πιο πολύ το φάγαμε από χθες.

Η Σταυρούλα ήταν πολύ περήφανη που το έφτιαξε. Μετά το φαγητό, αγωνιούσε να το δοκιμάσει ο μπαμπάς της.
"Έφαγες κέικ; Έφαγες; Σ' αρέσει; Σ' αρέσει;"
"Μμχμμμ..."
Και μετά:
"Αχά, ναι, μ' αρέσει πολύ", της είπε εκείνος, που δεν λέει ποτέ ψέματα... 

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Τα τρία βιβλία της καληνύχτας

Μεγαλώνουν και αλλάζουν συνεχώς, σαν δυο μικρά λουλούδια που ανοίγουν μπροστά στα μάτια μου.

Πάνε λίγες μέρες που η Ισαβέλλα ενδιαφέρεται πραγματικά για τα βιβλία. Όχι μόνο σαν αντικείμενα που θα πιάσει, θα ανοίξει, θα κλείσει, θα περιεργαστεί και θα δαγκώσει, αλλά κανονικά σαν βιβλία, που θα τα ξεφυλλίσει γυρίζοντας μία μία τις σελίδες, θα δείξει τις εικόνες με το δαχτυλάκι μιλώντας στη γλώσσα της και (αυτό είναι το αγαπημένο μου) θα μου τα φέρει να της τα διαβάσω. Μου δείχνει ποιο θέλει. Πολλές φορές δεν αντέχει να περιμένει το ένα να τελειώσει πριν πάμε στο επόμενο. 

Πάνε λίγες μέρες που η Σταυρούλα είναι πιο ανεκτική. Δεν δείχνει ανυπομονησία όταν διαβάζουμε βιβλίο της Ισαβέλλας και όχι δικό της, κάθεται συχνά κι ακούει κι εκείνη τα βιβλία για μωρά, κι ακόμα προσπαθεί η ίδια να της διαβάσει. Κρατάει βέβαια το βιβλίο μπροστά της, δεν περιμένει την αδερφή της να κοιτάξει ή ν' αγγίξει, αλλά η πρόθεση είναι εκεί, υπάρχει. 

Δεν τις χορταίνω. 
Ποτέ δεν θα τις χορτάσω.


Πάνε λίγες μέρες που η Σταυρούλα έχει αυτά τα βιβλία γι' αγαπημένα της:


Μέσα στην ημέρα ένα σωρό βιβλία περνούν από τα χέρια μας. Αλλά πριν τον ύπνο, όταν είμαστε οι δυο μας κάτω απ' τις ζεστές κουβέρτες και χρειαζόμαστε κάτι αληθινά αγαπημένο για να χαλαρώσουμε, αποφάσισε πως πρέπει να διαβάζουμε αυτά. 



Είναι το τελευταίο βιβλίο του Eric Carle και το πιο πρόσφατο που αγοράσαμε. Ένα πανέμορφο βιβλίο, με το αξεπέραστο στυλ του Carle στην εικονογράφηση, που μιλάει για τη φιλία μ' έναν τρόπο απλό και ζεστό, λίγο παλιομοδίτικο και πολύ ιδανικό. Ήρωάς του είναι ένα μικρό αγόρι, που χάνει την καλύτερή του φίλη και ψάχνει να τη βρει.


Όπως στα παλιά παραμύθια, ο μικρός περνάει ποτάμια και λιβάδια, βουνά και δάση για να βρει τη φίλη του...


...με τις εικόνες στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου να παρουσιάζουν το σκηνικό της πορείας του.


Ένα χρώμα κυριαρχεί σε κάθε σελίδα, είτε αυτή απεικονίζει τον έναστρο ουρανό, τα ψηλά χόρτα, ή το νερό της βροχής που συναντά στο δρόμο του.


Πάντως μέσα σ' όλη αυτή την περιπέτεια, που γεμίζει τα μάτια μας με χρώματα και το μυαλό μας με απλές κι όμως τόσο παραστατικές λέξεις, τα στοιχεία της φύσης κι όλη η ομορφιά της συντροφεύουν το μικρό παιδί στην αναζήτησή του.


Και η αναζήτηση έχει αίσιο τέλος.


Δίνοντας μια αληθινά παραμυθένια κατάληξη στην ιστορία του, ο Carle βάζει το αγόρι να βρει τη φίλη του μέσα σ' έναν ανθισμένο κήπο. Τον περιμένει. Παίζουν όπως παλιά κι ορκίζονται να μείνουν φίλοι για πάντα.


Κι έπειτα, στην τελευταία σελίδα, μια φωτογραφία του μικρού Έρικ με την παιδική του φίλη το 1932 μας αφήνει να γνωρίσουμε το κοριτσάκι που αποτέλεσε την έμπνευση του παραμυθιού. Το αληθινό αγόρι δεν ξαναείδε ποτέ τη φίλη του που έχασε όταν εκείνη μετακόμισε, όμως γέρασε και τη σκέφτεται ακόμα. Η Σταυρούλα πάντα χαμογελάει σ' αυτή τη σελίδα: το γράφει, τα παιδάκια της φωτογραφίας είναι τριών χρονών...


Κοιμήσου, τιγράκι μου (Sleep Like a Tiger) των Mary Logue και Pamela Zagarenski


Τρυφερό και μαγευτικό, ήσυχο και γεμάτο ζεστασιά, αυτό είναι ένα αληθινό βιβλίο καληνύχτας. Είναι η ιστορία ενός μικρού κοριτσιού που δεν θέλει να πάει για ύπνο. Που οι γονείς του, παρόλα αυτά, το προτρέπουν απαλά να ετοιμαστεί...


...κι εκείνο βυθίζεται κάπως διστακτικά στο κρεβάτι του...


...για ν' αναρωτηθεί: Όλα τα πλάσματα στον κόσμο πηγαίνουν για ύπνο;


Από το μικροσκοπικό σαλιγκαράκι μέχρι την τεράστια φάλαινα, κι από τη νυχτερίδα μέχρι την υπναρού αρκούδα, όλα τα ζώα πηγαίνουν για ύπνο, τη διαβεβαιώνουν οι γονείς της. Κι εκείνη, μέσα στο κρεβατάκι της, σιγά σιγά αρχίζει να μιμείται τα ζώα. Άνετα και ζεστά, στην πιο βολική στάση, στο καλύτερο για 'κείνη μέρος στον κόσμο, αποκοιμιέται.


Αυτό το βιβλίο με κάνει να θέλω να πάω αμέσως τώρα να κουλουριαστώ στο κρεβάτι. Με κάνει να θέλω να γίνω για λίγο και πάλι παιδί! Να με σκεπάσουν οι γονείς μου και να κοιμηθώ βαθιά, χωρίς καμιά έγνοια στον κόσμο...


...κι η σιγαλιά της νύχτας ν' απλώνεται καθησυχαστική, κι όλα γύρω μου να είναι άφθαρτα κι αιώνια.


Μα πριν δυο λεπτά ξύπνησε η Ισαβέλλα, κι αυτή τη στιγμή κοιμάται στην αγκαλιά μου. Και σκέφτομαι πως όχι, δεν είμαι παιδί, μα τώρα η σειρά μου είναι να καθησυχάσω εκείνη, εκείνες, να γίνω εγώ το μαλακό μαξιλάρι για ν' ακουμπήσει τα όνειρά της.


Στην τελευταία εικόνα (όπως και στο εξώφυλλο) το κοριτσάκι κοιμάται όπως η δυνατή τίγρη (γιατί ο ύπνος δυναμώνει). Δεν είναι πολύ γλυκό που το κουκλάκι της είναι τιγράκι, ενώ η τίγρη έχει κουκλάκι κοριτσάκι;


Τα τρία μικρά λυκάκια (που κυκλοφορεί και στα αγγλικά ως The Three Little Wolves and the Big Bad Pig) ,του Ευγένιου Τριβιζά, σε εικονογράφηση της Helen Oxenbury


Αυτό το βιβλίο πρέπει να το αγόρασα πριν από καμιά δεκαριά χρόνια, αλλά στη Σταυρούλα το έδειξα πριν λίγες μέρες. Από την πρώτη ανάγνωση ξετρελάθηκε! Το ζητάει συνεχώς.
Ήξερε βέβαια απ' έξω κι ανακατωτά τα Τρία Γουρουνάκια, και το Λύκο τον αντιμετωπίζει σ' όλα τα παραμύθια μ' ένα δέος, αλλά αυτή η απρόσμενη ανατροπή τη διασκέδασε τρομερά: Τρία λυκάκια στη θέση των γουρουνιών και ο Ρούνι-Ρούνι, το ύπουλο κακό γουρούνι στη θέση του λύκου!


Και να ήταν μόνο αυτό; Τα τρία λυκάκια, μάστορες σωστοί, χτίζουν ολοένα και πιο γερά σπίτια. Τι άχυρα και αηδίες. Εδώ το πρώτο σπίτι είναι από τούβλα, το δεύτερο από τσιμέντο, το τρίτο από ατσάλι και συρματόπλεγμα!


Αλλά και το ύπουλο κακό γουρούνι, μετά το υποχρεωτικό πατροπαράδοτο φύσημα, χρησιμοποιεί απίστευτα μέσα για να γκρεμίσει τα σπιτάκια: Σφυρί, κομπρεσέρ, ακόμα και δυναμίτη! Παίρνει τα λυκάκια στο κυνήγι ξανά και ξανά...


Είναι άγριος, είναι νταής, είναι αποφασισμένος να τους ταλαιπωρήσει και η ένταση ανεβαίνει κατακόρυφα...


...ώσπου τα λυκάκια, μην ξέροντας τι άλλο να κάνουν, χτίζουν ένα σπιτάκι από λουλούδια και περιμένουν την καταστροφή...


... που δεν έρχεται! Όταν το ύπουλο, κακό γουρούνι παίρνει βαθιά ανάσα για να φυσήξει, το άρωμα των λουλουδιών το μεταμορφώνει σε θαυμάσιο, καλό γουρούνι, και καταλήγουν όχι μόνο να παίζουν, αλλά και να ζουν μαζί, το γουρούνι και τα τρία μικρά λυκάκια στο λουλουδένιο σπιτάκι.


Είναι, για μένα, απ' τα καλύτερα βιβλία του Τριβιζά. Πανέξυπνο, ευρηματικό και απερίγραπτα αστείο, γεμάτο με τις υπέροχες εικόνες της φανταστικής Helen Oxenbury -πιο σκοτεινές στην αρχή, μ' ένα αληθινά τρομαχτικό bully γουρούνι, πολύχρωμες και λουλουδένιες προς το τέλος.
Τι να πρωτοπώ για την ιστορία; Για την απενοχοποίηση του λύκου, και για το μήνυμα ότι οι πράξεις κι όχι τα στερεότυπα θα 'πρεπε να μας εμπνέουν στην κρίση μας για κάποιον; Ή για το άλλο, ότι το κακό δεν νικιέται πάντα με τη δύναμη, αλλά περισσότερο η τρυφερότητα και η καλοσύνη μπορούν να κάνουν θαύματα; Για τη συγχώρεση αντί για την τιμωρία στο τέλος; Για την εμπιστοσύνη και την αποδοχή αντί για τον αποκλεισμό;
Όλα αυτά μ' αρέσουν στο παραμύθι, μ' αρέσουν πάρα πολύ. Μ' αρέσει που είναι γεμάτο με μηνύματα και γεμάτο με αστεία. Μ' αρέσει που γελάμε με το ύπουλο κακό γουρούνι και που η Σταυρούλα βρίσκει ξεκαρδιστικό το ότι το φλαμίνγκο που έδωσε τα λουλούδια στα λυκάκια το έλεγαν Φίνγκο Μίνγκο. Και πιο πολύ μ' αρέσει που η ιστορία καταδικάζει τη βία και μας λέει: "μη χτίζετε τοίχους, ανοίξτε την καρδιά σας".


Πάντως η Σταυρούλα, την πρώτη φορά που διαβάσαμε την ιστορία, μόλις τελείωσα την ανάγνωση, κοίταξε καλά καλά αυτή την τελευταία εικόνα και είπε σκεφτική: "Φοβάμαι μήπως ξαναγίνει κακό και τους φυσάει." 
"Ελπίζω πως όχι", της είπα. "Πιστεύω πως όχι".

Επίσης, αυτή την τσαγιέρα την κουβαλούσαν από σπίτι σε σπίτι κάθε φορά που τους το γκρέμιζε κι ακόμα δεν έσπασε...

Υ.Γ.1 Τα τρία μικρά λυκάκια κυκλοφορούν και σε 3D, pop up έκδοση... Πάρα πολύ όμορφη!

Υ.Γ.2 Αφού όλοι πια στο σπίτι από ώρα κοιμούνται, και τα τρία βιβλία της καληνύχτας ξεκουράζονται στο πάτωμα, σας αφήνω κι εγώ με την εικόνα της μικρότερης αναγνώστριας του σπιτιού να ξεφυλλίζει τα δικά της βιβλία. Όνειρα γλυκά...