Πριν κανα μήνα περίπου, κάναμε οι τρεις μας ένα ταξίδι στη θάλασσα: η μαμά μου, η Σταυρούλα κι εγώ. Ξεκίνησε λίγο αντίξοα, και ήταν βασικά ταξίδι για δουλειά, όμως ήταν γεμάτο από μια ξεχωριστή μαγεία- εκείνη που υπάρχει μόνο εκεί που βρίσκονται μαζί τρεις γυναίκες από τρεις γενιές μιας οικογένειας, πολύ ισχυρά δεμένες μεταξύ τους με τ΄αόρατα νήματα της αγάπης.
Η Σταυρούλα ήταν τρισευτυχισμένη σ' αυτό το ταξίδι. Είχε άπλα, ελευθερία και όλη την προσοχή του κόσμου από τη μαμά της (φυσικά) και τη γιαγιά της (που δεν τη βλέπει συχνά). Παιχνίδια και τραγούδια όλη μέρα. Λατρεία.
Η λατρεία της γιαγιάς γίνεται παιχνίδι.
Υπομονή.
Παραμύθια.
Κυλούσαν οι μέρες κι εγώ παρακολουθούσα το bonding, που απλά, αβίαστα, συνέβαινε. Στη θάλασσα πετούσαν βοτσαλάκια, στην παιδική χαρά έκαναν τραμπάλα, στο μπαλκόνι έπαιζαν με τα νερά. Το βράδυ τους έδινα το χώρο τους. Ήμουν εκεί, φυσικά, ήμασταν και οι τρεις ξαπλωμένες, η Σταυρούλα ανάμεσα, γαντζωμένη στο στήθος μου. Όμως η γιαγιά έλεγε το παραμύθι. Ξεκίνησε με την Κοκκινοσκουφίτσα. Το άλλο βράδυ Κοκκινοσκουφίτσα και Σταχτοπούτα. Και το επόμενο Κοκκινοσκουφίτσα, Σταχτοπούτα, κι η ιστορία της Σταυρούλας που μεγαλώνει και πάει σχολείο. Κι έτσι, μαγικά, το μωρό κοιμόταν! Το μωρό μου, που όταν αλλάζει περιβάλλον μένει ξάγρυπνο ως τα μεσάνυχτα μες στην υπερένταση, κοιμόταν με την κατευναστική φωνή της γιαγιάς να λέει παραμύθια. Ούτε που ήξερα ότι ήταν σε ηλικία ν' ακούσει παραμύθια με τόσα πολλά λόγια. Για φαντάσου.
Το ταξίδι τελείωσε, αλλά τα παραμύθια της δεν ήθελα να της τα στερήσω. Έλα όμως που κάθε φορά που ξαπλώναμε και επιχειρούσα να ξεκινήσω την Κοκκινοσκουφίτσα ή τη Σταχτοπούτα δεν παρέλειπε να μου θυμίζει: "γιαγιά!", κάποιες φορές τόσο έντονα και τόσο συχνά που δεν με άφηνε να συνεχίσω. Ξεκίνησα κι εγώ να της λέω τα τρία γουρουνάκια, ενώ κοιτάζαμε τις εικόνες από ένα κακόμοιρο βιβλιαράκι που αγοράσαμε απ' το σούπερ μάρκετ. Μεγάλη επιτυχία! Εκδόσεις Joconda, και η ιστορία χιλιοκουτσουρεμένη (ό,τι πρέπει για μωρό 18 μηνών) όμως την εικονογράφηση τη βρήκα όμορφη (κι ας λέγεται Van Gool αυτός που την έκανε). Της άρεσε πολύ το παραμύθι. Έχει και δραματικότητα και εφέ με το λύκο που φυσάει τα σπιτάκια και μετά πέφτει στο βραστό νερό. Κι όταν κάνει αναπαράσταση πώς γελάνε τα γουρουνάκια στο τέλος της ιστορίας, θέλω να τη φάω. Με την καλή έννοια.
Στην επόμενή μας επίσκεψη στη γιαγιά, μας έκανε δώρο ένα βιβλίο. Τα Παραμύθια που αγαπώ, εκδόσεις Μίνωας. Η Σταχτοπούτα κι η Κοκκινοσκουφίτσα είναι εκεί, και τα γουρουνάκια εκεί είναι, κι ο Κοντορεβιθούλης κι ο Παπουτσωμένος γάτος, αλλά και άλλα παραμύθια, λιγότερο γνωστά, όπως η Χιονούλα και η Ροδούλα και οι Μουσικοί της Βρέμης. Είναι προχωρημένο βιβλίο για μας, με μεγάλα κείμενα, αλλά έχει μεγάλες εικόνες που μπορείς να στηριχτείς πάνω τους για να πεις με δικά σου λόγια την ιστορία. Το ξεκίνησαν στην Αθήνα, με τα γνωστά παραμύθια φυσικά. Το συνεχίζουμε κι εδώ. Το παίρνουμε μαζί μας όπου πηγαίνουμε, τώρα το καλοκαίρι. Είναι ανεξάντλητο.
Διαβάζουμε τα γουρουνάκια, την Κοκκινοσκουφίτσα και τη Σταχτοπούτα. "Μαμά!" φωνάζει η Σταυρούλα όταν αρχίζουμε το πρώτο, "γιαγιά!" όταν αρχίζουμε κάποιο απ' τα άλλα δύο. "Γιαγιά!" φωνάζει όταν βλέπει το γάιδαρο και τον κόκορα απ' τους μουσικούς της Βρέμης -στο ταξίδι με τη γιαγιά είδαμε και γάιδαρο και κόκορα, δεν το ξεχνάει. Διαβάζουμε από χθες και την Τοσοδούλα, και πάλι θέλω να τη φάω όταν μου δείχνει με το δαχτυλάκι της πως η Τοσοδούλα είναι τόοοοσο μικρή. "Μαμά!" φωνάζει και ξαναφωνάζει κατά τη διάρκεια του παραμυθιού, και κάνει πως κλαίει -ναι ναι, η Τοσοδούλα έκλαιγε γιατί ήθελε τη μαμά της. Το σίγουρο είναι ότι τα ζει τα παραμύθια, όχι αστεία.
Αγαπώ τις ώρες που περνάμε με τα παραμύθια. Το βλέμμα της όταν συγκεντρώνεται σε μια εικόνα. Την ανυπομονησία της όταν γυρίζει τις σελίδες στην τύχη και δείχνει πότε το ένα και πότε το άλλο. Είναι το κορίτσι μου, αγαπώ τα πάντα πάνω της. Με ξαφνιάζει κάθε μέρα μ' αυτά που καταλαβαίνει και με τον τρόπο που εκφράζεται, χωρίς πολλά λόγια, όμως με τόση σαφήνεια. Με ξαφνιάζει μ' αυτά που θυμάται. Το να την παρακολουθώ, μαθαίνοντας από κείνη τι της κάνει εντύπωση, είναι κάτι θαυμάσιο. Το να κάθομαι ήσυχα πλάι της και δειλά να μπαίνω, όταν μου ανοίξει την πορτίτσα, στο μικρό της κόσμο είναι το μεγαλύτερο προνόμιο. Και το να μοιράζομαι τα παραμύθια μαζί της είναι ένα μονάχα απ' τα πράγματα που με κάνουν ευτυχισμένη.
Νομίζω είναι πολύ ταιριαστό που τα παραμύθια μας τα σύστησε αυτό το ταξίδι με τη γιαγιά. Δεν είχα ποτέ γιαγιά, όμως ακούω πως κάτι ξέρουν αυτές από παραμύθια.
Ήταν ένα όμορφο ταξίδι το δικό μας. Είναι όμορφα να έχεις μαμά και να είσαι μαμά. Σε τοποθετεί, θα λεγα, στο κέντρο της αγάπης, με βελάκια που φεύγουν από σένα κι επιστρέφουν σε σένα. Ακόμα σου επιτρέπει, κατά κάποιο τρόπο, να έχεις παιδί και να είσαι παιδί, και το καθένα απ' αυτά είναι κάτι μαγικό. Στη μέση του Αιγαίου, κάτω από τον καυτό ήλιο. Δίπλα στη θάλασσα, που ποτέ δεν ησυχάζει και ποτέ δεν τελειώνει.
Η Σταυρούλα ήταν τρισευτυχισμένη σ' αυτό το ταξίδι. Είχε άπλα, ελευθερία και όλη την προσοχή του κόσμου από τη μαμά της (φυσικά) και τη γιαγιά της (που δεν τη βλέπει συχνά). Παιχνίδια και τραγούδια όλη μέρα. Λατρεία.
Η λατρεία της γιαγιάς γίνεται παιχνίδι.
Υπομονή.
Παραμύθια.
Κυλούσαν οι μέρες κι εγώ παρακολουθούσα το bonding, που απλά, αβίαστα, συνέβαινε. Στη θάλασσα πετούσαν βοτσαλάκια, στην παιδική χαρά έκαναν τραμπάλα, στο μπαλκόνι έπαιζαν με τα νερά. Το βράδυ τους έδινα το χώρο τους. Ήμουν εκεί, φυσικά, ήμασταν και οι τρεις ξαπλωμένες, η Σταυρούλα ανάμεσα, γαντζωμένη στο στήθος μου. Όμως η γιαγιά έλεγε το παραμύθι. Ξεκίνησε με την Κοκκινοσκουφίτσα. Το άλλο βράδυ Κοκκινοσκουφίτσα και Σταχτοπούτα. Και το επόμενο Κοκκινοσκουφίτσα, Σταχτοπούτα, κι η ιστορία της Σταυρούλας που μεγαλώνει και πάει σχολείο. Κι έτσι, μαγικά, το μωρό κοιμόταν! Το μωρό μου, που όταν αλλάζει περιβάλλον μένει ξάγρυπνο ως τα μεσάνυχτα μες στην υπερένταση, κοιμόταν με την κατευναστική φωνή της γιαγιάς να λέει παραμύθια. Ούτε που ήξερα ότι ήταν σε ηλικία ν' ακούσει παραμύθια με τόσα πολλά λόγια. Για φαντάσου.
Το ταξίδι τελείωσε, αλλά τα παραμύθια της δεν ήθελα να της τα στερήσω. Έλα όμως που κάθε φορά που ξαπλώναμε και επιχειρούσα να ξεκινήσω την Κοκκινοσκουφίτσα ή τη Σταχτοπούτα δεν παρέλειπε να μου θυμίζει: "γιαγιά!", κάποιες φορές τόσο έντονα και τόσο συχνά που δεν με άφηνε να συνεχίσω. Ξεκίνησα κι εγώ να της λέω τα τρία γουρουνάκια, ενώ κοιτάζαμε τις εικόνες από ένα κακόμοιρο βιβλιαράκι που αγοράσαμε απ' το σούπερ μάρκετ. Μεγάλη επιτυχία! Εκδόσεις Joconda, και η ιστορία χιλιοκουτσουρεμένη (ό,τι πρέπει για μωρό 18 μηνών) όμως την εικονογράφηση τη βρήκα όμορφη (κι ας λέγεται Van Gool αυτός που την έκανε). Της άρεσε πολύ το παραμύθι. Έχει και δραματικότητα και εφέ με το λύκο που φυσάει τα σπιτάκια και μετά πέφτει στο βραστό νερό. Κι όταν κάνει αναπαράσταση πώς γελάνε τα γουρουνάκια στο τέλος της ιστορίας, θέλω να τη φάω. Με την καλή έννοια.
Στην επόμενή μας επίσκεψη στη γιαγιά, μας έκανε δώρο ένα βιβλίο. Τα Παραμύθια που αγαπώ, εκδόσεις Μίνωας. Η Σταχτοπούτα κι η Κοκκινοσκουφίτσα είναι εκεί, και τα γουρουνάκια εκεί είναι, κι ο Κοντορεβιθούλης κι ο Παπουτσωμένος γάτος, αλλά και άλλα παραμύθια, λιγότερο γνωστά, όπως η Χιονούλα και η Ροδούλα και οι Μουσικοί της Βρέμης. Είναι προχωρημένο βιβλίο για μας, με μεγάλα κείμενα, αλλά έχει μεγάλες εικόνες που μπορείς να στηριχτείς πάνω τους για να πεις με δικά σου λόγια την ιστορία. Το ξεκίνησαν στην Αθήνα, με τα γνωστά παραμύθια φυσικά. Το συνεχίζουμε κι εδώ. Το παίρνουμε μαζί μας όπου πηγαίνουμε, τώρα το καλοκαίρι. Είναι ανεξάντλητο.
Διαβάζουμε τα γουρουνάκια, την Κοκκινοσκουφίτσα και τη Σταχτοπούτα. "Μαμά!" φωνάζει η Σταυρούλα όταν αρχίζουμε το πρώτο, "γιαγιά!" όταν αρχίζουμε κάποιο απ' τα άλλα δύο. "Γιαγιά!" φωνάζει όταν βλέπει το γάιδαρο και τον κόκορα απ' τους μουσικούς της Βρέμης -στο ταξίδι με τη γιαγιά είδαμε και γάιδαρο και κόκορα, δεν το ξεχνάει. Διαβάζουμε από χθες και την Τοσοδούλα, και πάλι θέλω να τη φάω όταν μου δείχνει με το δαχτυλάκι της πως η Τοσοδούλα είναι τόοοοσο μικρή. "Μαμά!" φωνάζει και ξαναφωνάζει κατά τη διάρκεια του παραμυθιού, και κάνει πως κλαίει -ναι ναι, η Τοσοδούλα έκλαιγε γιατί ήθελε τη μαμά της. Το σίγουρο είναι ότι τα ζει τα παραμύθια, όχι αστεία.
Αγαπώ τις ώρες που περνάμε με τα παραμύθια. Το βλέμμα της όταν συγκεντρώνεται σε μια εικόνα. Την ανυπομονησία της όταν γυρίζει τις σελίδες στην τύχη και δείχνει πότε το ένα και πότε το άλλο. Είναι το κορίτσι μου, αγαπώ τα πάντα πάνω της. Με ξαφνιάζει κάθε μέρα μ' αυτά που καταλαβαίνει και με τον τρόπο που εκφράζεται, χωρίς πολλά λόγια, όμως με τόση σαφήνεια. Με ξαφνιάζει μ' αυτά που θυμάται. Το να την παρακολουθώ, μαθαίνοντας από κείνη τι της κάνει εντύπωση, είναι κάτι θαυμάσιο. Το να κάθομαι ήσυχα πλάι της και δειλά να μπαίνω, όταν μου ανοίξει την πορτίτσα, στο μικρό της κόσμο είναι το μεγαλύτερο προνόμιο. Και το να μοιράζομαι τα παραμύθια μαζί της είναι ένα μονάχα απ' τα πράγματα που με κάνουν ευτυχισμένη.
Νομίζω είναι πολύ ταιριαστό που τα παραμύθια μας τα σύστησε αυτό το ταξίδι με τη γιαγιά. Δεν είχα ποτέ γιαγιά, όμως ακούω πως κάτι ξέρουν αυτές από παραμύθια.
Ήταν ένα όμορφο ταξίδι το δικό μας. Είναι όμορφα να έχεις μαμά και να είσαι μαμά. Σε τοποθετεί, θα λεγα, στο κέντρο της αγάπης, με βελάκια που φεύγουν από σένα κι επιστρέφουν σε σένα. Ακόμα σου επιτρέπει, κατά κάποιο τρόπο, να έχεις παιδί και να είσαι παιδί, και το καθένα απ' αυτά είναι κάτι μαγικό. Στη μέση του Αιγαίου, κάτω από τον καυτό ήλιο. Δίπλα στη θάλασσα, που ποτέ δεν ησυχάζει και ποτέ δεν τελειώνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου