Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Η προφητεία της πέτρας

Κάτι οι διακοπές, κάτι τα ταξίδια, κάτι η καινούργια συνήθεια της Σταυρούλας να κοιμάται αργά σε σημείο που να κουτουλάω εγώ πρώτη απ' τη νύστα, πέρασε καιρός χωρίς να γράψω λέξη.
Όμως ήταν και το άλλο. Τον ελεύθερο χρόνο που είχα, ήθελα απλώς να διαβάζω. Να κουλουριάζομαι μ' ένα βιβλίο και να νιώθω την ικανοποίηση να βλέπω την ιστορία να προχωράει χωρίς να νυστάζω στη δεύτερη σελίδα.
Και ναι, με περηφάνια δηλώνω ότι το έκανα. 
Αυτό το Πάσχα τελείωσα τρία μυθιστορήματα. Όχι κι άσχημο σκορ για τα τωρινά δεδομένα μου. 
(applause)

Σήμερα θα γράψω για το τελευταίο βιβλίο, αυτό που τελείωσα προχτές. Να το:

 Χρόνια το έβλεπα στη βιβλιοθήκη της αδερφής μου, δώρο μιας θείας μας κάποιο Πάσχα καλή ώρα, "πολύ παιδικό" με προειδοποίησε η Χαρά, εγώ ήθελα να του δώσω μια ευκαιρία. 
Ήθελα ένα βιβλίο φαντασίας. Μαγεία και άλλοι κόσμοι μου έκλειναν το μάτι απ' το οπισθόφυλλο. Η περίληψη πάνω-κάτω υποσχόταν τις περιπέτειες τριών κοριτσιών που στα δέκατα τέταρτα γενέθλιά τους ανακαλύπτουν πως είναι υιοθετημένες, τους δίνεται από μια μαγική πέτρα και αναγκάζονται να ενώσουν τις δυνάμεις τους σ' ένα ταξίδι για ν' αναζητήσουν το πεπρωμένο τους. Τι άλλο να ζητούσα; 

Στο ξεκίνημα, το γράψιμο με ξένισε λίγο. Είχε κάτι το σχεδόν ανεπαίσθητα περίεργο, μια υποψία ανωριμότητας. Οι χαρακτήρες των κοριτσιών, επίσης, μου φάνηκαν λίγο παράξενοι. Η Νεφρίτη, το σνομπ και φαντασμένο πλουσιοκόριτσο, ήταν απλά... πώς να το πώ: κατά κάποιο τρόπο υπερβολικά, απόλυτα φαντασμένη. Η Ηλέκτρα, που μεγάλωσε στο χωριό, ήταν εντελώς καλή και γλυκιά, η Οπάλη τελείως εσωστρεφής και ψυχρή. Με φράσεις που ζητούσαν κάπως κραυγαλέα να το αποδείξουν.

Κάπου εκεί ξανακοίταξα τη φωτογραφία της συγγραφέως -πολύ νέα, μου είχε φανεί αρχικά γύρω στα δεκαεννιά-είκοσι- κι άνοιξα το Google στον υπολογιστή να ψάξω γι' αυτήν. Ήμουν ακόμη στην αρχή του βιβλίου, όμως είχε αρχίσει να μου θυμίζει έντονα τις προσπάθειες που έκανα να γράψω μυθιστόρημα όταν ήμουν γύρω στα δεκατέσσερα-δεκαπέντε, παρέα με τη φίλη μου τη Γιάννα, τρία χρόνια μικρότερή μου. Όχι ένα μυθιστόρημα, όχι δύο, αλλά πολλά η καθεμιά μας, σελίδες επί σελίδων φρέσκιας παιδικής-εφηβικής φαντασίας. Κι ενθουσιασμού. Και σκληρής, σκληρής δουλειάς. Ατέλειωτη σκέψη τις ώρες των βαρετών μαθημάτων στο σχολείο, σημειώσεις στα περιθώρια, ατέλειωτες ώρες πληκτρολόγησης στον υπολογιστή, με ανταμοιβή την ευτυχία που νιώθαμε όταν δίναμε η μία στην άλλη τις σελίδες μας να τις διαβάσει, όταν συζητούσαμε με τις ώρες για τις ιστορίες μας. Αγαπούσαμε ειλικρινά τους ήρωές μας, σαν να υπήρχαν στ' αλήθεια. Μιλούσαμε γι' αυτούς με τρυφερότητα και φροντίζαμε το μέλλον τους. Όταν μας έπιανε η απογοήτευση και μισούσαμε για λίγο τα βιβλία μας (εκεί γύρω στη μέση της κάθε ιστορίας) και σκεφτόμασταν να τα παρατήσουμε, εμψύχωνε η μία την άλλη και τη βοηθούσε να βρει ιδέες για να συνεχίσει. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν υπήρχε καμία απασχόληση εκείνα τα χρόνια που να την αγαπούσα και να την απολάμβανα περισσότερο.

Τα βιβλία μας, φυσικά, δεν ήταν τίποτα αριστουργήματα της λογοτεχνίας. Είχαν αναγκαία απαίδευτο γράψιμο, απλοϊκές ιστορίες, κι ήρωες απόλυτους, σχεδόν μονοδιάστατους, που έμοιαζαν με τα παιδιά που ήμασταν ή τα παιδιά που θα θέλαμε να ήμασταν. Επεισόδια και χαρακτήρες που καθρέφτιζαν τα βιβλία που διαβάζαμε, τις ταινίες που βλέπαμε και την έλλειψη εμπειρίας μας απ' τη ζωή. Όμως ήταν δικά μας, καταδικά μας, και τ' αγαπούσαμε (έχω χρησιμοποιήσει τη λέξη αγαπώ τρεις φορές μέσα σε λίγες σειρές αλλά το βρίσκω στ' αλήθεια απαραίτητο). Αγαπούσαμε όχι μόνο αυτά που γράφαμε οι ίδιες αλλά και η μία της άλλης, σαν μωρά που τα μεγαλώσαμε μαζί, ή που, πολύ περισσότερο, τα βοηθήσαμε να γεννηθούν.

Γιατί τα λέω όλα αυτά; Θα εξηγηθώ. Τα λέω γιατί, μετά από τόσα χρόνια, έρχεται η Προφητεία της πέτρας της Φλάβια Μπυζόρ, κι έτσι αόριστα, από την αρχή κιόλας, μου θυμίζει αυτά τα βιβλία, τα παιδικά κι αγαπημένα. Έχει πάνω-κάτω τα χαρακτηριστικά που έλεγα πιο πάνω, εκτός απ' την απλοϊκότητα της ιστορίας. Η Νεφρίτη πιο πολύ απ' όλες τις ηρωίδες μοιάζει με χαρακτήρα που θα μπορούσε να τον έχει γράψει η Γιάννα- μοιάζει μ' έναν απ' τους χαρακτήρες που έγραψε η Γιάννα. Διαβάζω τις ατάκες της Νεφρίτης και σαστίζω, και νιώθω μια δυσπιστία και χαμογελάω, και δεν μπορώ παρά ν' ανοίξω το Google, και... έκπληξη!! Ανακαλύπτω πως η Φλάβια Μπυζόρ όταν έγραψε το βιβλίο της ήταν δώδεκα χρονών.



Συνέχισα την ανάγνωση με μεγαλύτερη επιείκεια, που σιγά σιγά μετατράπηκε σε θαυμασμό. Όχι, το βιβλίο δε μοιάζει να γράφτηκε από παιδί. Χρειάζεται πολύ εξασκημένο μάτι για να το καταλάβεις.

Είναι ένα μυθιστόρημα γρήγορο κι ενδιαφέρον ως το τέλος, μια παρέλαση επεισοδίων που δεν σε αφήνει να βαρεθείς. Έχει δράση, έρωτα, περιπέτεια, μαγεία. Έχει θλίψη, αγωνία και χαρούμενο τέλος. Καθώς φαίνεται, η μικρή είχε διαβάσει πολλήηηη λογοτεχνία του φανταστικού. Το πλήθος και η ποικιλία των χαρακτήρων με κάνει να της βγάζω το καπέλο. Τα πλάσματα και τα τοπία που περιγράφει μ' έκαναν να πιστέψω στον κόσμο της. Οι ηρωίδες της, αν και κάπως μονοδιάστατες, είναι συμπαθητικές κι ως το τέλος με κέρδισαν όλες. Κι όλη η ιστορία είναι πολύ έξυπνα δοσμένη σαν το όνειρο ενός άρρωστου κοριτσιού στο νοσοκομείο, στο Παρίσι του 2002.

Διάβασα πολλές κακές κριτικές του βιβλίου από αναγνώστες στο amazon. Πολλές, και πολύ κακές. Και διάβασα κι άλλες, πιο πολύ από παιδιά, εντελώς ενθουσιώδεις. Και το θέμα είναι ότι, λίγο-πολύ, συμφωνώ με όλες! Ναι, τα βλέπω τα ελαττώματα του βιβλίου. Όμως, εντελώς αντικειμενικά, και ακόμα κι αν ξεχάσουμε πως για ένα δωδεκάχρονο η συγγραφή ενός τέτοιου έργου είναι επίτευγμα, εμένα απλά... μου άρεσε. Ναι, απλούστατα, μου άρεσε. Μπορεί, όπως λένε, οι χαρακτήρες της Φλάβια να μην έχουν βάθος, πολυπλοκότητα κι εξέλιξη. Μπορεί και η ίδια η εξέλιξη της ιστορίας της να βασίζεται στις συμπτώσεις. Μπορεί όντως κάποια πρόσωπα ή επεισόδια να απηχούν υπερβολικά τα διαβάσματά της, σε σημείο που να αναγνωρίζεις τον παραλληλισμό (εγώ δεν ξέρω, δεν είμαι ειδήμονας στη λογοτεχνία του φανταστικού για να κρίνω τις επιρροές της). Μπορεί οι έρωτες με την πρώτη ματιά να μην είναι πιστευτοί έτσι όπως τους παρουσιάζει. Αλλά, σκέφτομαι τώρα, αν αυτά δεν είναι χαρακτηριστικά που αρμόζουν σε σοβαρό μυθιστόρημα, είναι σίγουρα χαρακτηριστικά των παλιών παραμυθιών. Όλα μα όλα. Και η πρωτόγονη φαντασία των παλιών παραμυθιών, η απλότητά τους, δεν έχει και μεγάλη σχέση με την προσεγμένη τελειότητα της ιστορίας ενός φτασμένου συγγραφέα. Αντίθετα, έχει πιο μεγάλη συνάφεια με την ακατέργαστη, φρέσκια φαντασία ενός παιδιού. Με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται εκείνο τα πράγματα.

Η αδερφή μου ήταν παιδί όταν πρωτοδιάβασε την Προφητεία της Πέτρας. Δεν θυμάται τίποτα να της είχε φανεί παράξενο.